Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

H ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ: Η φαινομενολογική αχρονικότητα και η εμμενής ιστορικότητα του διαδικτύου

(άρθρο του Αλέξανδρου Σχισμένου από το kaboomzine.com)

H ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ –
Η φαινομενολογική αχρονικότητα και η εμμενής ιστορικότητα του διαδικτύου

Έχω την πεποίθηση πως οι επόμενες γενιές θα αντιμετωπίσουν την εμφάνιση του internet όχι σαν τεχνολογική επανάσταση, αλλά σαν οντολογική. Η φράση : ‘Οντολογική Επανάσταση’ ίσως μοιάζει κατάχρηση των όρων, αλλά εννοώ την ανάδυση όχι απλώς ενός νέου τύπου όντος (την ψηφιακή πληροφορία, bit, που υπάρχει στο κοινωνικοϊστορικό ως σημασιακά φορτισμένο ηλεκτροκύμα) αλλά ενός νέου επιπέδου πραγματικότητας, εντός του κοινωνικοϊστορικού πεδίου, η οποία έχει την ιδιότητα να αυτονομείται παραστασιακά πλήρως από την πρώτη φυσική στιβάδα όπου ερείδεται.
Ο διαδικτυακός κόσμος δημιουργεί, στο βαθμό που αναφερόμαστε στο ανθρώπινο φαντασιακό, τόσο για το υποκείμενο, όσο και για την κοινωνία ένα εντελώς καινούργιο τόπο αντανάκλασης και επένδυσής της.
Η σφαίρα του internet αποτελεί μία αντικειμενικότητα, της οποίας ωστόσο η εμφάνιση/παράσταση δεν προσομοιάζει καθόλου με το υλικό της θεμέλιο. Δηλαδή, αυτό που βλέπουμε και μεταφέρουμε μέσω του διαδικτύου, η ψηφιακή πληροφορία, είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από την υλική της διάσταση, το ηλεκτρονικό σήμα – byte. Είναι ένα καθαρά φαντασιακό, όχι όμως φανταστικό, ον, όσο μάλιστα διαφορετικό ώστε δεν μπορούμε να τη θεωρήσουμε ως την επιφάνεια ενός υλικού βάθους, όπως π.χ. η επιφάνεια, η μορφή ενός κτηρίου στηρίζεται στις κλειδώσεις του σκελετού του και παραπέμπει αμέσως ή εμμέσως σε αυτόν, ούτε ως την σημειακή κωδικοποίηση ενός δεδομένου συστήματος, αφού ο κώδικας στον οποίο εγγράφεται είναι καθαρά λειτουργικός, ενώ τα νοήματα που μεταφέρονται δημιουργούν και παραπέμπουν σε αυτόνομα σημασιακά και φαντασιακά σύμπαντα.
Ό,τι εμφανίζεται στην οθόνη αποτελεί ένα εικονοποιημένο νόημα ξεκάθαρα αυτόνομο ως προς τη μορφή και το περιεχόμενό του, ως προς τη σημασία του, από την πραγματική υλική του υπόσταση σαν ηλεκτρονικό κύμα/σημείο. Αποτελεί δε σημείο ενός ψηφιακού κόσμου, που συντίθεται σαν ένα φασματικό ολόγραμμα άπειρων ιδιωτικών κόσμων, ένα νέο επίπεδο κοινωνικής πραγματικότητας που διαθέτει ξεχωριστές ιδιότητες και εφαρμογές. Κάποια από τα ειδολογικά  χαρακτηριστικά του ψηφιακού κόσμου, του διαδικτύου, έχουν να κάνουν καταρχάς με την απόλυτη κυριαρχία της οπτικότητας έναντι της παντελώς απούσας απτικότητας, όπου τα αντικείμενα παρουσιάζονται αποκλειστικά ως φαινόμενα και άυλες παραστάσεις διαρκώς μεταβλητές και παραπέμπει στην  κοινωνικοϊστορική διάσταση ως πεδίο μεταφοράς παρά αναφοράς. Δηλαδή, ένας κόσμος σχεδόν άχρονος, σχεδόν πλατωνικός, μία σχεδόν πνευματική διάσταση η οποία δεν μεσεύεται από την ύλη, μία μορφή με το ελάχιστο υλικό περιεχόμενο, ελάχιστο όσο ένα ηλεκτρόνιο ενώ ταυτόχρονα κατέχει αντικειμενική υπόσταση ανεξάρτητη από κάθε υποκειμενικότητα. Ως τέτοιος, δημιουργεί μία υπόρρητη μεταφυσική του Χώρου, αφού στο εσωτερικό του ως υπερσύνολο ο χρόνος είναι περιττός και απλώς απαριθμείται λογιστικά, δίχως να σωρεύεται ή να υφίσταται ως ρυθμός φθοράς. Μονάχα εξωτερικώς του συστήματος, στην υλική τεχνολογική του υποστήριξη, στους server και τους υπολογιστές, βρίσκεται ο κυβερνοχώρος εκτεθειμένος στο Χρόνο. Μονάχα στην εξωτερική επιφάνεια της πανοπλίας του, στο ρίζωμά του στο πραγματικό, ενώ σαν κλειστό σύμπαν είναι κατεξοχήν α-χρονικό και άπειρα Χωρικοποιήσιμο.  Όμως, αυτή είναι η μία πλευρά του διαδικτύου, που γεννά εξάλλου τις ψηφιακές δυστοπίες τύπου Matrix μίας ανθρωπότητας υποδουλωμένης και φυλακισμένης στο εσωτερικό της όνειρο. Η άλλη πλευρά είναι η κοινωνικοϊστορική του υπόσταση ως ανθρώπινη δημιουργία και η προβληματική σχέση που διατηρεί με το κοινωνικοϊστορικό του περιβάλλον από τη σκοπιά του υποκειμένου.
Η ανάδυση του εικονικού κόσμου στο κοινωνικό μάγμα συνεπιφέρει την ανάδυση μίας νέας επένδυσης της ανθρώπινης υποκειμενικότητας, ενός όντος ασωματικού και επινοημένου από το υπαρκτό υποκείμενο του οποίου ταυτόχρονα αποτελεί μία ιδεατή σκιά και μία επιλεγμένη αναπαράσταση. Η ψηφιακή ταυτότητα του κάθε χρήστη είναι ήδη μία πολλαπλότητα, είναι μία συνειδητή αποσύνθεση του υποκειμένου που εδράζεται κυρίως στην αυτοεικόνα του, στον εαυτό που ο ίδιος επιλέγει να συνθέσει από τα σπαράγματα της προσωπικής του ύπαρξης, και ακόμη και από κομμάτια μιας εντελώς φανταστικής πραγματικότητας. Δημιουργεί μία ψηφιακή σκιά, ένα «ψηφιακό εγώ» απαλλαγμένο από τη σωματικότητα και από τους περιορισμούς που αυτή θέτει.
Προσφέρεται αυτό το avatarως ένα πεδίο απόλυτης ελευθερίας ανασύνθεσης και πειραματισμού και ως τέτοιο αντανακλά τα στοιχεία που το ίδιο το υποκείμενο αναγνωρίζει ή επινοεί ως σημαίνοντα τόσο στον εαυτό του όσο και στον κόσμο γύρω του. Αναδύονται νέα επινοημένα στοιχεία ως στοιχεία της κοινωνικής του ιδιοεικόνας, με διαρκή αναφορά στον Άλλο, δίχως τον κίνδυνο που η υλική παρουσία του Άλλου θέτει. Το ψηφιακό ον έτσι τίθεται ως μία άπειρη αντανάκλαση του υποκειμένου στην εικονική αντικειμενικότητα, όχι πλέον ως αντικείμενο, αλλά ως φαντασιακή ανα-παράσταση. Οι όροι αλήθειας είναι διαρκώς μεταβλητοί.
Οι ψηφιακές κοινότητες που δημιουργούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι κοινότητες φαντασιακές απαλλαγμένες από οποιαδήποτε έννοια εδαφικότητας (παρά μόνο σαν πεδίο αναφοράς αν είναι ομάδες κοινής καταγωγής) που συντίθεται στη βάση της προσωπική επιλογής και της ελεύθερης αναγνώρισης. Τα σύνορα των ψηφιακών κοινοτήτων δεν είναι εδαφικά, συνεπώς εξωτερικά ως προς τις κοινότητες, όπως στον πραγματικό κόσμο, ούτε τίθενται από οποιαδήποτε κοινωνικο-ιστορική «αναγκαιότητα» ή ανταγωνισμό. Είναι προσδιορισμοί γούστου, που υπερβαίνουν κάθε έξωθεν διαχωρισμό εκτός των διαχωρισμών που το ίδιο το άτομο θέτει όταν αναγνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό δεν οδηγεί σε ένα χάος αλλά αντιθέτως σε μία ασυνείδητη διαρκή αυτοαλλοίωση των κανόνων του κάθε διαδικτυακού τόπου. Ακριβώς η συνειδητή επιλογή και η απουσία εξωτερικής αναγκαιότητας καθιστούν τους κανόνες αυτούς ταυτόχρονα αυθαίρετους και σεβαστούς, δίχως να χρειάζεται να προσαρμόζονται σε κάποια αντικειμενική λειτουργικότητα, όπως οι αυθαίρετοι, αλλά συμβατοί με τις συνθήκες, θεσμοί μιας κοινωνίας.
Τουτέστιν, η παραβατικότητα στο internet δεν είναι η παράβαση των κανόνων, αλλά η προσπάθεια να επιβληθούν καθολικές κανονικότητες, είναι δηλαδή ακριβώς η μη αναγνώριση του απολύτως ελεύθερου τύπου ανασυγκρότησής της τοπολογίας του. Ο παράνομος δεν είναι ο χάκερ που γκρεμίζει firewalls, αλλά η εκάστοτε επίσημη εξουσία που προσπαθεί να θέσει τύπους λογοκρισίας. Αυτή είναι η εξαίρεση.
Κάθε προσπάθεια υπέρβαση ή παράκαμψης των εμποδίων λογοκρισίας δεν είναι άρνηση, αλλά αντιθέτως, κατάφαση του πραγματικού χαρακτήρα του μέσου, ο οποίος είναι η αδιάκοπη, ελεύθερη ροή πληροφοριών. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο αποτυγχάνουν συνεχώς οι απόπειρες ελέγχου της ροής, γι’ αυτό τίποτε δεν μένει ουσιαστικά κρυμμένο, γιατί η απόκρυψη και η λογοκρισία είναι μέθοδοι που έρχονται σε ριζική αντίθεση με τη φύση του διαδικτύου.
Οι παραπάνω επισημάνσεις θα μπορούσαν να παρεξηγηθούν ως η περιγραφή της απομόνωσης του υπαρκτού υποκειμένου από το κοινωνικό ιστορικό του περιβάλλον ή ως η περιγραφή συγκρότησης ενός νέου σολιψισμού. Ωστόσο, ούτε σολιψιστικός, ούτε απομονωμένος είναι ο κόσμος του διαδικτύου. Από τη μία, είναι σαφές πως οι εικονικές του αναφορές αντανακλούν συμπεριφορές και τάσεις που εντοπίζονται και στην κοινωνική πραγματικότητα. Η διάδοση της πραγματικής πληροφορίας σε άμεσο χρόνο δημιουργεί πράγματι μία παγκόσμια καθολική κοινωνική χρονικότητα με την έννοια της μη εδαφικότητας της εξάπλωσης της πληροφορίας, με την έννοια της δυνατότητας μίας ταυτόχρονης ενημέρωσης για ένα γεγονός και την έννοια της πληροφορικής διασύνδεσης ολόκληρου του πλανήτη, με την έννοια της δυνατότητας της αναπαράστασης συγχρονικών, έστω και άσχετων, ιστορικών γεγονότων σε πραγματικό χρόνο. Δημιουργεί εξίσου μία παγκόσμια καθολική ιστορικότητα, με την έννοια της διατήρησης, του εμπλουτισμού και τη δυνατότητα της διαρκούς αναπαράστασης πληροφοριών και γεγονότων σε μία άπειρη διαχρονικότητα.
Έτσι η εμμενής ιστορικότητα της κοινωνίας όχι μονάχα αναδύεται αλλά και επεκτείνεται σαν αίσθηση του κοινωνικού φαντασιακού μέσω της φαινομενολογικής α-χρονικότητας του διαδικτύου που εκφέρεται ως δυνατότητα συγχρονίας του παρόντος και διαχρονίας του παρελθόντος.
Χωρίς να είναι παράδοξο, ενώ το διαδίκτυο δημιουργεί έτσι μία πρωτοφανή σύνθεση του παγκόσμιου κοινωνικού χρόνου τουλάχιστον για την μειοψηφία της ανθρωπότητας που το χρησιμοποιεί, από την άλλη στο εσωτερικό του κυβερνοχώρου η εμπειρία του υποκειμενικού χρόνου θρυμματίζεται σε άπειρους πιθανούς κλειστούς ιδιοχρόνους της κάθε σελίδας, του κάθε παιχνιδιού, του κάθε κυβερνοκόσμου. Είναι η φαινομενολογική αχρονικότητα ενός άπειρου χώρου που προσφέρει τη δυνατότητα της υποκειμενικής υπέρβασης της εξωτερικής χρονικότητας δίχως την εμβάθυνση στο ψυχικό ή το υποσυνείδητο και έτσι απαλλάσσει το υποκείμενο από την αίσθηση της ιστορικότητας που του μεταφέρει το άμεσα κοινωνικό περιβάλλον. Μέσα στο διαδίκτυο που είναι ένας έμμεσα δημόσιος χώρος, το υποκείμενο δεν αισθάνεται πως διακινδυνεύει παρά μονάχα  συμβολικά.
Έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε λίγο στις οικονομίες των διαδικτυακών παιχνιδιών και στα αντίστοιχα ψηφιακά διαδικτυακά e-sports, όπου παίχτες διαγωνίζονται για μεγάλα χρηματικά έπαθλα στους αντίστοιχους ψηφιακούς κόσμους με τα προσωπικά τους avatar, όπως οι αθλητές στις Ολυμπιάδες. Στην Ασία οι αντίστοιχοι παίχτες έχουν κύρος διασημοτήτων που γεμίζουν γήπεδα. Πιο σημαντικές είναι όμως οι παραοικονομίες των διαδικτυακών παιχνιδιών ρόλων, όπου οι παίχτες μπορούν να εμπορεύονται σημαντικά αντικείμενα ή κειμήλια του κόσμου του παιχνιδιού. Φυσικά ο κόσμος και το παιχνίδι είναι ένας κώδικας γραμμένος από τους προγραμματιστές της αντίστοιχης εταιρείας, οπότε θα περίμενε κανείς ότι οι ψευδοοικονομίες του παιχνιδιού θα ήταν απόλυτα ελεγχόμενες. Κι όμως στα πλέον δημοφιλή παιχνίδια δημιουργήθηκαν παραοικονομικοί τόποι μέσα στο διαδίκτυο, όπου ψηφιακά αντικείμενα πωλούταν σε υπέρογκες τιμές. Αυτές οι παραοικονομίες, όπως η πραγματική οικονομία, δημιούργησαν αντίστοιχες φούσκες και μαύρες αγορές όπου πραγματικά χρήματα, ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων στο σύνολό τους, ανταλλάχθηκαν, επενδύθηκαν ή στοιχηματίστηκαν. Παρά τις προσπάθειες των εταιρειών, οι παραοικονομίες αυτές δεν μπορούν να ελεγχθούν παρά μονάχα με την απόσυρση του παιχνιδιού, καθώς βρίσκουν άπειρο δημόσιο χώρο στο διαδίκτυο για να στήσουν αυτόνομους κόμβους.
Η ‘εισβολή’ αυτή της διαδικτυακής οικονομίας στο κοινωνικοϊστορικό οδήγησε σε στρατόπεδα εργασίας στην Κίνα όπου κρατούμενοι αναγκάζονται να παίζουν μέχρι εξαντλήσεως το εκάστοτε διαδικτυακό παιχνίδι ρόλων προκειμένου να συλλέξουν αντικείμενα προς πώληση στη μαύρη αγορά προς όφελος της ίδιας της κυβέρνησης.
 Από την άλλη όμως πλευρά, στην πρόσφατη ιστορία είδαμε μία διάχυση του κοινωνικοϊστορικού μέσα στο ψηφιακό και αντιληφθήκαμε πως η διάδραση έχει δύο δρόμους. Από τα wikileaks και το κίνημα των Anonymous μέχρι τις αραβικές εξεγέρσεις, βιώσαμε μία «εισβολή» της ιστορίας στο διαδίκτυο, κατά τρόπο που κινήσεις που εμφανίζονται καταρχάς στο διαδίκτυο αναπαράγονται και μεταφέρονται στον πραγματικό κόσμο. Και μάλιστα κατά τρόπο εμφατικό, στην περίπτωση της Μέσης Ανατολής του 2011, όταν η ελευθερία επικοινωνίας και διάδρασης έρχονται σε σύγκρουση με ένα καθεστώς λογοκρισίας και σκοταδισμού. Δεν είναι τυχαίο πως στον αραβικό κόσμο το facebook απέκτησε μια απελευθερωτική διάσταση δίπλα στην αποχαυνωτική του λειτουργία, ακριβώς επειδή υπέβαλε τρόπους ελεύθερης επικοινωνίας σε μία κοινότητα στεγανών, κλειστών φαντασιακών σημασιών και βοήθησε άμεσα να καμφθεί η κρατική λογοκρισία..
Το ψηφιακό υποκείμενο, απαλλαγμένο, όπως είπαμε, από το βάρος της σωματικότητας, γνώρισε μία πρωτοφανή ελευθερία αυτοκαθορισμού ως ατομικότητα. Η έκπληξη με τις αραβικές εξεγέρσεις  ήταν πως το πραγματικό άτομο βγήκε από τον υπολογιστή στο δρόμο και έθεσε τη σωματικότητά του σε άμεσο κίνδυνο και με τεράστιο κόστος ακριβώς για να απαιτήσει μία παρόμοια ελευθερία αυτοκαθορισμού στο κοινωνικό πεδίο. Είναι σάμπως κάποιο μικρόβιο της ελευθερίας να μεταδόθηκε ηλεκτρονικά.
Είναι ακριβώς τα νέα οντολογικά χαρακτηριστικά της αδιάκοπης επικοινωνίας και της μη υλικής αντικειμενικότητας τα οποία απελευθέρωσαν το άτομο από τις αναγκαιότητες των υλικών ταυτοτήτων. Έτσι τα θεμέλια συγκρότησης του ανήκειν ξεπέρασαν τον προσδιορισμό τους ως θεμέλια υλικά και αναδύθηκαν νέα στοιχεία συγκρότησης, αμιγώς φαντασιακά.
Το κάλεσμα των πλατειών το 2011 επίσης άρχισε μέσα από ψηφιακά μηνύματα και ξεπέρασε την ψηφιακότητα δίχως κόπο ή κόστος, δίνοντας ακόμη μία μορφή στο πνεύμα της ελευθερίας, ζητώντας την άμεση δημοκρατία στον κόσμο της κοινωνικής πραγματικότητας. Τα άτομα που κατέβηκαν στην πλατεία, καταρχάς στη βάση μιας ψηφιακής συμφωνίας και επικοινωνίας, συναντήθηκαν και στο διαδίκτυο, δίχως να χρειάζεται μία ιδεολογική βάση συγκρότησης που να εξασφαλίζει την παρουσία του καθενός σε έναν ιδεολογικά οριοθετημένο χώρο. Αντιθέτως, υπήρξε μία διεκδίκηση και εγκαθίδρυση του πραγματικού δημόσιου χώρου και χρόνου ελεύθερη και συνειδητή.
Από τη στιγμή που ο δημόσιος χώρος αναδύθηκε κοινωνικά, όλα φάνηκαν πιο απλά. Από τη στιγμή που μιλάμε για υποκείμενα που νιώθουν αυτάρκη και ελεύθερα, καμία εκπροσώπηση δεν θα μπορούσε να ριζώσει. Το απρόσωπο πλήθος ή η μάζα δεν είναι έννοιες που αρμόζουν σε μία ελεύθερη επικοινωνία ατομικοτήτων, αντιθέτως υπήρξε μία αυθόρμητη δικτύωση συλλογικών ατόμων. Κόμβοι επικοινωνίας και «πλατφόρμες» πράξης δημιουργήθηκαν ελεύθερα και το άτομο μπόρεσε  να συμμετέχει ελεύθερα όπου ήθελε, ακριβώς γιατί η επιθυμία και η συνειδητή επιλογή μπήκαν στο επίκεντρο έναντι του καθήκοντος και της μεταφυσικής αναγκαιότητας. Αυτόνομη ατομικότητα, ανακλαστική στοχαστικότητα, δημόσιος ελεύθερος χώρος, το συλλογικό άτομο εν συντομία, αναδύθηκαν σαν κεντρικές σημασίες στο κοινωνικό φαντασιακό. Το γεγονός ότι αυτό το πνεύμα της ελευθερίας απλώθηκε σαν φλόγα σε ευρύτατα κομμάτια της κοινωνίας, αποδεικνύει ότι η άμεση δημοκρατία είναι σχεδόν ο φυσικός τρόπος θέσμισης, όταν το υποκείμενο είναι η ελεύθερη ανθρώπινη υποκειμενικότητα.
Αποδεικνύει επίσης πως ο τρόπος ελεύθερης δικτύωσης του ψηφιακού κόσμου αντανακλά μία δυνατότητα δημιουργίας και δικτύωσης αυτόνομων ελεύθερων κοινοτήτων και στην κοινωνικοϊστορική πραγματικότητα. Η ίδια η αντίληψη της άμεσης δημοκρατίας αλλάζει και διευρύνει τις δυνατότητές της, από τη στιγμή που υπάρχουν διαθέσιμα μέσα επικοινωνίας και προσωπικής ανάληψης δίχως την ανάγκη της εκπροσώπευσης, ούτε της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης που υποτίθεται ότι ‘αρμόζουν’ στα πολυπληθή και πολύπλοκα κοινωνικά μορφώματα.
Ωστόσο, όπως είπαμε παραπάνω, η σχέση του ψηφιακού προσώπου με το πραγματικό υποκείμενο και το κοινωνικοϊστορικό του περιβάλλον είναι εξαιρετικά προβληματική. Καταρχάς είναι μία σχέση καθαρής παραπομπής, σε μία κατασκευασμένη ταυτότητα δίχως εξωτερικούς περιορισμούς όπου η φαντασία του ατόμου μπορεί να προβληθεί άφοβα. Πέρα από τους προφανείς ψυχολογικούς κινδύνους για το ίδιο το άτομο, οι οποίοι έχουν οδηγήσει στη δημιουργία ακόμη και κλινικών απεξάρτησης από το διαδίκτυο, τον κίνδυνο της ψυχικής απομόνωσης και ενός επίκτητου ψηφιακού αυτισμού, αυτό δημιουργεί νέα πεδία διακινδύνευσης και για τον δημόσιο λόγο την στιγμή που ο ψηφιακός δημόσιος χώρος δεν υπόκειται στις φυσικές μεταβολές, κοινωνικές αλλοιώσεις και πολιτικούς περιορισμούς του πραγματικού δημόσιου χώρου. Δεν υπάρχει η αντίστοιχη απόδοση ευθύνης όπως στην πραγματική ζωή, και δεν υπάρχει η χρονική και αντικειμενική αμεσότητα της ενσώματης παρουσίας. Η αποσωματικοποίηση της συνείδησης μέσα στο διαδίκτυο συνεπιφέρει μία αποσωματικοποίηση του αισθήματος, που διαμορφώνει έναν εντελώς διακριτό και πλασματικό ψηφιακό δημόσιο λόγο, ο οποίος, αν και δημόσιος, εκφέρεται από τον πραγματικό ιδιωτικό χώρο της οικίας.
Η άμεση και συνεχής κυκλοφορία της πληροφορίας αντιστοιχεί εξίσου σε μία σημασιακή της υποβάθμιση σύμφωνη προς την διαλεκτική της ποσότητας και της ποιότητας στον υπερθετικό βαθμό. Η εκμηδένιση της χρονικής διάρκειας της διάδοσης επιφέρει μία αντίστοιχη εκμηδένιση της σημασιακής φόρτισης του διαδούμενου. Η εν δυνάμει άπειρη επαναληπτικότητα μιας πληροφορίας εξασθενίζει την χρονική της βαρύτητα. Το αντικείμενο που υπήρξε η κοινωνική αναπαράσταση του αντικειμένου γίνεται πλέον μία αναπαράσταση της αναπαράστασης και ούτω καθεξής στο διηνεκές και η απόσταση μεταξύ του βιώματος και της εμπειρίας γιγαντώνεται.
Τα ψηφιακά αντικείμενα είναι κατεξοχήν φαινομενολογικά και κατεξοχήν φαντασιακά αντικείμενα, αποστερημένα από χρηστική αξία, φορτισμένα με πυκνή συμβολική αξία. Σαν εικόνες, είναι συνάμα αναπαραστάσεις πραγματικών αντικειμένων με τη αυτοτελή τους συμβολική επένδυση που αντικατοπτρίζεται στον κυβερνοχώρο ως δυνάμει άπειρη, με την έννοια της απροσδιοριστίας. Ως τέτοια, συνθέτουν έναν κυβερνοχώρο που αποτελεί μία αναπαράσταση της κοινωνίας,  όπως τα ίδια τα κοινωνικά υποκείμενα επιλέγουν να αναπαραστήσουν τον εαυτό τους έξω από το Χρόνο. Αν το προφίλ στο facebook κατορθώνει να επιβιώσει μετά το θάνατο του κάτοχο του, σαν μία αποκρυσταλλωμένη και ταριχευμένη ψηφιακή ιδιοεικόνα του, αυτό σύντομα θα δημιουργήσει και ένα ψηφιακό σύμπαν του παρελθόντος της ανθρωπότητας, όπου τα συμβολικά ίχνη των νεκρών θα στέλνουν ακόμη φωτεινά κύματα, σαν τους νεκρούς αστερισμούς του ουρανού.
Ο φαντασιακός πολλαπλασιασμός του ψηφιακού προσώπου σαν σύνολο σημείων, συνοδεύεται όμως και από μία σημασιακή ισοπέδωση του πραγματικού προσώπου στην κατοπτρική του διάσταση. Ο κυβερνοχώρος είναι μία επιφανειακή ορατή παράσταση που απευθύνεται πρωταρχικά στην αίσθηση της όρασης και στο σημασιακό πεδίο που ορίζεται από την ορατή πλευρά του κόσμου και δευτερευόντως στην ακοή σαν αισθητικό συμπλήρωμα εμψύχωσης του ορατού κόσμου. Δεν είναι μόνο η πρόσληψη της ψηφιακής πληροφορίας πρωταρχικά οπτική, αλλά επίσης και η πλοήγηση και χρήση του διαδικτύου συντονίζεται και απευθύνεται στην όραση. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε πως η οπτική διάσταση είναι μία επιφανειακή στιβάδα του παραστασιακού μάγματος, στο οποίο συμμετέχουν εξίσου και οι λοιπές αισθήσεις, αλλά και μία διάσταση στην οποία το τυφλό μέρος της ανθρωπότητας δεν έχει πρόσβαση. Σαν ιστορική δημιουργία της σύγχρονης κοινωνίας, παρότι ο κυβερνοχώρος αξιώνει την οικουμενικότητα και την παγκοσμιότητα, αυτη η παγκοσμιότητα είναι πρακτικά πλασματική.
Πέρα λοιπόν από την συνολοταυτιστική διάσταση του διαδικτύου ως λειτουργικό δίκτυο άμεσης μετάδοσης και διασποράς πληροφοριών, η φαντασιακή σημασιακή του διάσταση ως κυβερνοκόσμου παράστασης και ανασύνθεσης συμβολικών σημασιών και νοημάτων έχει ορίζοντα μικρότερου εύρους αλλά εν δυνάμει άπειρου βάθους.Η φετιχοποιημένη εικόνα που παρουσιάζει η άποψη της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας ως κοινωνίας του θεάματος γίνεται κωδικοποιημένο σημείο ενός ψηφιακά αδιαφοροποίητου κόσμου, ικανού να χωρέσει όλα τα θεμιτά νοήματα του παγκόσμιου κοινωνικού φαντασιακού μάγματος.
Αυτός ο εικονικός κενός χώρος που προσέφερε ο κυβερνοχώρος γέμισε με την πληθώρα των ιστότοπων, των κόμβων, των μηχανών αναζήτησης και των αυξανόμενων πληροφοριών που δημιουργούνται, μεταδίδονται, αναπαράγονται και αποθηκεύονται. Δίχως υλικό εξωτερικό όριο ο κυβερνοχώρος ισούται με το σύνολο των κυβερνοτόπων που υπάρχουν τη δεδομένη στιγμή, αλλά αυξάνεται συνεχώς και εν δυνάμει παρουσιάζεται ως άπειρο υπερσύνολο, το οποίο αντιστοιχεί στην συνολοταυτιστική, μαθηματική υπόσταση της υλικής του υποδομής. Δίχως λειτουργικό χώρο για την αρχή της λογοκρισίας, προσφέρεται επίσης ως τόπος μετάδοσης και παρουσίασης των σημασιών, εν δυνάμει άπειρου βάθους, το οποίο αντιστοιχεί στην φαντασιακή του λειτουργία ως μέσον ανθρώπινης επικοινωνίας. Και μάλιστα μίας ελεύθερης επικοινωνίας, ουσιαστικά αχρήματης και ασώματης, η οποία επιτρέπει σε καταπιεσμένες και λογοκριμένες σημασίες να παρουσιαστούν κεντρικά και τοπικές συγκρούσεις και αντιστάσεις να απευθυνθούν σε ένα παγκόσμιο ακροατήριο. Δίχως αρχή λογοκρισίας που να επιβάλλεται στο ίδιο το μέσον, η επιτυχίά ή απόρριψη του περιεχομένου των περιθωριακών σημασιών που ανέρχονται στην επιφάνεια επαφίεται ουσιαστική στην ευρύτερη κοινωνική πρόσληψή τους.
Αυτό καθιστά το internet επικίνδυνο για την θεσμισμένη ρητή εξουσία και την ρητή εξουσία ευάλωτη στο internet, και απογυμνώνει την πολιτική των κρατικών ολιγαρχιων από τον προπαγανδιστικό λόγο δικαίωσης που τις προστάτευε ως αποκλειστικός δημόσιος λόγος.
Όπως στην κοινωνική πραγματικότητα το κράτος συγκρούεται με την κοινωνία με επίδικο τον δημόσιο χώρο, έτσι και στην ψηφιακή πραγματικότητα οι κρατικοί και κεφαλαιοκρατικοί οργανισμοί συγκρούονται με την κοινωνία των χρηστών με επίδικο το δημόσιο λόγο. Το κίνημα για το ελεύθερο λογισμικό το οποίο υπερασπίζεται ουσιαστικά την ελέυθερη μετάδοση της πληροφορίας και της επιστημονικής γνώσης πέρα από τα κλειστά ιερατεία της πατέντας και της ελεγχόμενης έρευνας, συναντιέται στο διαδίκτυο με κινήματα που μεταφέρουν την κοινωνική σύγκρουση στους ψηφιακούς κόμβους επικοινωνίας. Η σύγκρουση των κρατικών θεσμών με ελεύθερες κοινότητες hacker, όπως είναι οι Anonymous (οι οποίοι είναι και η πρώτη παρόμοια κοινότητα με σαφή πολιτικό προσανατολισμό) ή με άτομα, όπως είναι οι μοναχικοί hacker ή  αυτομολήσαντες όπως ο Snowden, εντείνεται και κλιμακώνεται παράλληλα και ανάλογα με την κλιμάκωση της πραγματικής κοινωνικής σύγκρουσης. Ο ψηφιακός πόλεμος που διεξάγεται γύρω από έννοιες όπως ‘ασφάλεια’, ‘κυριότητα’ και ροή της πληροφορίας’ είναι μία ακόμη όψη της πλανητικής κοινωνικής σύγκρουσης με εξαρχής παγκόσμια διάσταση. Οι κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών μεταφέρουν στο διαδίκτυο την τεχνογνωσία του Ψυχρού Πολέμου με όρους ψηφιακής κατασκοπείας σε μία διαρκή μάχη κρυπτογράφησης και αποκρυπτογράφησης.
Οι προσπάθειες ελέγχου του διαδικτύου αντιμετωπίστηκαν, μεταξύ άλλων με την δημιουργία του λεγόμενου ‘βαθέος διαδικτύου’ ή ‘βυθού του διαδικτύου’ όπου κρυπτογραφημένες πληροφορίες ανταλλάσσονται μέσα από τεχνικές διασποράς των πηγών και απόκρυψης του πρωταρχικού πομπού, όπως το δίκτυο Tor, πέρα από τους επίσημους περιορισμούς του εταιρικού κυβερνοχώρου. Από την άλλη, τα επίσημα λογισμικά κρυπτογραφημένης ασφάλειας αποδεικνύονται ευάλωτα όχι μόνο στις επιθέσεις αλλά και στο ανθρώπινο λάθος. Και τα ρήγματα ασφαλείας τους δεν χρησιμοποιούνται μόνο από άτομα αλλά και από κρατικές υπηρεσίες.
Τον Απρίλη του 2014 αποκαλύφθηκε ένα λάθος στο υποπρόγραμμα διαχείρισης επικοινωνίας της  OpenSSL, το οποίο χρησιμοποιούσαν μεγάλες εταιρείας διαδικτυακής ασφάλειας στα προγράμματά τους όπως η McAfee για παράδειγμα τα οποία με τη σειρά τους ήταν εγκατεστημένα σε αναρίθμητες κρατικές και εταιρικές υπηρεσίες αλλά και σε προσωπικούς υπολογιστές παγκοσμίως για να προστατεύουν τα ψηφιακά στοιχεία (τα προσωπικά στοιχεία) και ίχνη των χρηστών. Το λάθος (ονομάστηκε καρδιορραγία, Heartbleed), που δεν ήταν κακόβουλο πρόγραμμα, τύπου ‘ιός’, ώστε να ανιχνεύεται από τα αντιϊκά προγράμματα, αλλά εγγενής ανεπάρκεια του λογισμικού διαδικτύωσης του συγκεκριμένου υποπρογράμματος σήμαινε ουσιαστικά πως τα ‘απόρρητα’ στοιχεία όσων έτρεχαν το συγκεκριμένο λογισμικό ήταν εκτεθειμένα και προσβάσιμα σε οποιονδήποτε. Εκτεθειμένα τόσο σε hacker όσο και σε κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών, όπως η NSA των Η.Π.Α. η οποία, όπως αποκαλύφθηκε τον ίδιο μήνα, γνώριζε για το συγκεκριμένο σφάλμα επί δύο χρόνια (!) αποφασίζοντας να το κρατήσει μυστικό προκειμένου να το εκμεταλλευτεί για να συλλέξει τις διαθέσιμες ‘απόρρητες’ και ‘αυστηρά προσωπικές’ πληροφορίες.
Το πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το ίδιο το Tor, το ελεύθερο δίκτυο ροής πληροφοριών έμεινε απρόσβλητο από το σφάλμα. Ο Andrew Auernheimer, συντάκτης του περιοδικού Wired, είχε προειδοποιήσει τους χρήστες να μην ενημερώνουν τις εταιρείες για τα ρήγματα ασφαλείας που εντοπίζουν, γράφοντας: ‘...σε μία εποχή αχαλίνωτης κατασκοπείας στον κυβερνοχώρο και καταπίεσης των αντιφρονούντων, ο μονος ηθικός τόπος όπου μπορείς να εκμυστηρευτείς ένα κενό ασφαλείας που εντόπισες, είναι σε κάποιον που θα το χρησιμοποιήσει για την κοινωνική δικαιοσύνη. Και αυτός δεν είναι οι πάροχοι υπηρεσιών, οι εταιρείες ή οι κυβερνήσεις – είναι τα άτομα’.[1]
Σε ένα άλλο επίπεδο, ο ελεύθερος, αυθόρμητος και ατομοκεντρικός τύπος δικτύωσης των πληροφοριακών και ψηφιακών τόπων προσφέρει ένα παράδειγμα παγκόσμιας δικτύωσης των κοινωνικών κόμβων ελευθερίας με όρους άμεσης δημοκρατίας. Τριγύρω απλώνεται ένα διαφανές δίκτυο κοινωνικών συμπεριφορών , εξουσιαστικών δομών, και θεσμισμένων μορφών κοινωνικής οργάνωσης και αναπαραγωγής. Η πολιτική πράξη, έχοντας ως στόχο τη διάρρηξη του κυρίαρχου φαντασιακού που βρίσκεται στον πυρήνα όλων αυτών, δεν μπορεί παρά να γίνεται δημόσια και ανοιχτά σε κάθε χώρο όπου καθημερινά στήνεται το θέατρο του παραλόγου. Το άτομο είναι ακέραιο και έτοιμο να ενεργοποιήσει την πολιτική του βούληση ανά πάσα στιγμή.Αυτή την κοινωνία, αυτή την πολιτική παιδεία αναζητούμε στους τόπους ελευθερίας που αναδύονται μέσα από την ελεύθερη επικοινωνία. Καθώς την αναζητούμε, την πραγματώνουμε κιόλας. Όσο στενεύουν τα όρια της εξουσίας του κράτους, ανοίγει η δημόσια ελευθερία.




[1] Βλ. wired.com/2012/11/hacking-choice-and-disclosure.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου